Images de page
PDF
ePub
[ocr errors]

ημίν η γένεσις και περί τούτων των θεών εχέτω και λεγέσθω· Γής τε και Ουρανού παίδες Ωκεανός τε και Τηθύς εγενέσθην· έκ τούτων δε Φόρκυς τε και Κρόνος και Ρέα, και όσοι μετά τούτων· έκ δε Κρόνου και Ρέας , Ζεύς, “Ηρα τε, και πάντες όσους έσμεν πάντας αδελφούς λεγομένους αυτών, έτι τε, τους τούτων άλλους εκγόνους.

Επεί ούν πάντες όσοι τε περιπολούσι φανερώς, και όσοι φαίνονται καθ' όσον αν εθέλωσι θεοί, γένεσιν έσχον, λέγει προς αυτούς ο τόδε το παν γεννήσας, τάδε :

Θεοί θεών, ών εγώ δημιουργός πατήρ τε, έργων , ά δε εμού γενόμενα, άλυτα, εμού γ' εθέλοντος το μέν ούν δη δεθέν παν, λυτόν. Τότε μην καλώς αρμοσθεν και έχον ευ λύειν έθέλειν, κακού. Δι' ά και, επείπερ γεγένησθε, αθάνατοι μεν ουκ έστε, ουδ' άλυτοι τοπάμπανούτι μεν δή λυθήσεσθέ γε, ουδέ τεύξεσθε θανάτου μοίρας και της έμής βουλήσεως μείζονος έτι δεσμού και κυριωτέρου λαχόντες εκείνων, οίς, ότ' εγίγνεσθε, ξυνεδείσθε. Νύν ούν, ο λέγω προς υμάς ένδεικνύμενος, μάθετε. Θνητά έτι γένη λοιπά τρία γενητά τούτων ουν μή γενομένων, ουρανός ατελής έσται» τα γαρ άπαντα εν αυτώ γένη ζώων ουχ εξει· δει δε, ει μέλλει τέλειος ικανώς είναι. Δι' εμού δε ταύτα γενόμενα και βίου μετασχόντα, θεοίς ίσάζοιτ' άν· ίν' ούν θνητά τε ή, τό τε πάν όντως άπαν ή, τρέπεσθε κατά φύσιν υμείς επί την των ζώων δημιουργίαν, μιμούμενοι την εμήν δύναμιν περί την υμών γένεσιν. Και καθ' όσον μέν αυτών αθανάτοις ομώνυμον προσήκει , θείον λεγόμενον, ηγεμονούν τ' εν αυτοίς , των αεί δίκη και υμίν εθελόντων έπεσθαι , σπείρας και υπαρξάμενος

[ocr errors]
[ocr errors]
[ocr errors]

l'hymen de la Terre et du Ciel naquirent Océan et Téthys ; de ceux-ci, Rhée, Saturne, Phorcys et leurs frères ; de Saturne et de Rhée, Jupiter, Junon, les frères que notre religion leur donne, et tous leurs descendans.

[ocr errors]

7

a

Lorsque l'auteur du monde eut créé les Génies , et ceux qui brillent dans les astres, et ceux dont la divinité est voilée, il leur adressa la parole :

« Dieux des dieux, ô vous dont je suis le créateur et le père , mes ouvrages ne sont immortels que par ma volonté :

: car tout ce qui a commencé doit finir. Mais il n'y a que le méchant qui veuille briser ce qui est bien. Aussi, quoique nés pour mourir, vous vivrez; je rends indissolubles des nouds que je puis rompre, et les droits de la mort ne s'étendront pas sur vous : ma volonté est un lien plus fort

que ceux dont je viens d'unir les parties de votre être. Ecoutez donc mes ordres et mes leçons. Trois sortes de substances animées et mortelles doivent naître encore : autrement l'univers ne serait pas achevé, il n'aurait pas des habitans de tous les genres ;

il a besoin de leur naissance. Mais si je les créais moimême, ces nouveaux Génies seraient vos égaux ; pour qu'ils soient mortels, et que ce tout soit accompli, formez selon votre nature des êtres vivans, comme je vous ai formés. Il suffit qu'il y en ait un qui, mortel demi-dieu , votre image , commande à tous les autres , et vous soit soumis ainsi qu'à la verlu : recevez de moi le germe déjà ébauché de ces

[ocr errors]
[ocr errors]

εγώ παραδώσω. Το δε λοιπόν υμείς, αθανάτω θνητόν προσυφαίνοντες, απεργάζεσθε ζώα και γεννάτε , τροφήν τε διδόντες αυξάνετε, και φθίνοντα πάλιν δέχεσθε.

Ταύτ' είπε και πάλιν επί τον πρότερον κρατήρα, εν και την του παντός ψυχήν κεραυνός έμισγε, τα των πρόσθεν υπόλοιπα κατεχείτο μίσγων , τρόπον μέν τινα τον αυτόν, ακήρατα δ' ουκέτι κατά ταυτα ωσαύτως, αλλά δεύτερα και τρίτα. Ξυστήσας δε το παν, διείλε ψυχάς ίσαρίθμους τους άστρους, ένειμε 3' εκάστην πρός έκαστον, και έμβιβάσας ως εις όχημα και την του παντος φύσιν έδειξε , νόμους τε τους ειμαρμένους είπεν αυταίς:

“Οτι γένεσις πρώτη μέν έσοιτο τεταγμένη μία πάσιν, ίνα μή τις έλαττοίτο υπ' αυτού· δέοι δε σπαρείσας αυτάς εις τα προσήκοντα εκάστους έκαστα όργανα χρόνων, φυναι ζώον το θεοσεβέστατον: διπλής δέ ούσης της ανθρωπίνης φύσεως, το κρείττον είη γένος τοιούτον, ο και έπειτα κεκλήσοιτο ανήρ οπότε δή σώμασιν εμφυτευθείεν εξ ανάγκης, και το μεν προσίοι, το δε απίοι του σώματος αυτών και πρώτον μέν αίσθησιν αναγκαίον είη μίαν πάσιν εκεί βιαίων παθημάτων ξύμφυτον γίγνεσθαι· δεύτερον δε , ηδονή και λύπη μεμιγμένον έρωτα προς δε τούτοις, φόβον» και θυμόν, όσα τα επόμενα αυτοίς , και όπόσα εναντίων πέφυκε διεστώτα ών ει μεν κρατήσειαν, εν δίκη βιώσoιντο, κρατηθέντες δε , αδικία και ο μεν ευ τον προσήκοντα βιούς χρόνου και πάλιν εις τήν του ξυννόμου πορευθείς οίκησιν άστρου, βίον ευδαίμονα εξοι· σφαλείς δε τούτων , εις

rois de la terre. Vous , unissez à un corps périssable ce principe d'immortalité ; qu'ils naissent , qu'ils croissent par vous, et qu'après leur mort, ils vienpent vous retrouver. »

Il dit, et dans la coupe où il avait d'abord composé l'âme du grand tout, il versa les restes de cette âme , qui redevint féconde ; mais l'essence créatrice n'était plus entière, elle était deux et trois fois moins divine. L'Eternel , embrassant dans sa pensée l'harmonie du monde , fixa le nombre des âmes d'après celui des corps célestes : à chacune d'elles fut assignée une étoile qui l'emporta dans l'espace. Alors il leur montra son ouvrage, et fit ses immuables décrets :

Que les âmes se souviennent qu'elles eurent toutes une même origine, et que la Providence ne fut injuste pour aucune : répandues dans les astres, ces organes du temps, qu'elles aillent de la vivifier une créature nouvelle qui sache honorer Dieu : dans cette race double, la prééminence appartiendra au sexe qui sera bientôt nommé celui des hommes : une fois enchaînées à un corps matériel qui s'accroît et qui dépérit, les âmes éprouveroni d'abord l'impression inévitable des sensations violentes ; puis, l'amour mêlé de plaisir et de peine; ensuite, la lerreur, le courroux, et beaucoup d'autres affections semblables ou contraires : la vertu sera de les vaincre;

le vice, d'y succomber : quiconque aura mené la vie des justes , retournera dans l'astre fralernel jouir de la suprême félicité ; les coupables deviendront femmes,

2

[ocr errors]

γυναικός φύσιν εν τη δευτέρα γενέσει μεταβάλλοι χιλιοστώ δε έτει αμφότεραι αφικνούμεναι επί κλήρωσιν και αίρεσιν του δευτέρου βίου, αιρούνται δν αν εθέλη βίον εκάστη, ένθα και εις θηρίου βίον ανθρωπίνη ψυχή αφικνείται" μή παυόμενος δε εν τούτοις έτι κακίας, τρόπον δν κακύνοιτο, κατά την ομοιότητα της του τρόπου γενέσεως, είς τινα τοιαύτην αεί μεταβαλεί θηρίου φύσιν" αλλάττων τε ου πρότερον πόνων λήξει, πρίν τη ταυτού και ομοίου περιόδω τη εν αυτώ ξυνεπισπώμενος και τον πολύν όχλον και ύστερον προσφύντα εκ πυρός και ύδατος και αέρος και γής , θορυβώδη και άλογον όντα, λόγω κρατήσας, εις το της πρώτης και αρίστης αφίκοιτο είδος εξεως.

Διαθεσμοθετήσας δε πάντα αυτούς ταύτα , ίνα τους έπειτα είη κακίας εκάστων αναίτιος, έσπειρε τους μεν εις Ηλιον, τούς δεις Σελήνην, τους δ' εις τα άλλα όσα όργανα χρόνου. Το δε μετά τον σπόρον τους νέους παρέδωκε θεούς, σώματα πλάττειν θνητά, τό τε επίλοιπον όσον εστί ψυχής ανθρωπίνης δέον προσγενέσθαι , τούτο και πάνθ' όσα ακόλουθα εκείνοις απεργασαμένοις, άρχειν, και κατά δύναμιν ότι κάλλιστα και άριστα το θνητόν διακυβερνάν ζώον, ότι μή κακών αυτό εαυτό γίγνοιτο αίτιον.

Και ο μεν δή ταύτα πάντα διατάξας, έμενεν εν τω εαυτού κατά τρόπον ήθει.

TIMÆUS.

« PrécédentContinuer »